«Ο ΝόΛαΝ ΜεΤΡάει Τα αΣΤέΡια» της Τζένης Κουτσοδημητροπούλου

-

Έχω διαβάσει αρκετά παιδικά βιβλία που καταπιάνονται με την απώλεια και το πένθος. Τολμώ να πω σχεδόν όλα που έχουν γραφτεί ή μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα – δεν είναι και πολλά! Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια φιλότιμη προσπάθεια από συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας να αποτυπώσουν στο έργο τους τη δύσκολη εμπειρία του θανάτου του αγαπημένου άλλου. Ομολογώ, όμως, πως λίγα βιβλία ξεχωρίζω. Γνωρίζοντας τα παιδιά ‘από κοντά’ κυρίως μέσω του ρόλου μου ως εκπαιδευτικού, δε λέω εύκολα ‘αυτό είναι ένα καλό βιβλίο’. Κι η αλήθεια είναι πως, βιβλίο με το βιβλίο που διαβάζω, γίνομαι πιο απαιτητική. Κάποιες φορές έως και επικριτική όταν η γλώσσα, το ύφος και περιεχόμενο θεωρώ πως δε μετρήθηκε σωστά για το μπόι των παιδιών ή όταν νιώθω πως η ιστορία επαναλαμβάνεται με άλλους ήρωες μα ίδια δομή. Κάτι σαν να ακολουθείται μια πεπατημένη που φαίνεται να πέτυχε σ’ ένα θέμα ‘πιασάρικο’ λόγω της ευαισθησίας της φύσης του.  

Το βιβλίο «Ο Νόλαν μετράει τα αστέρια» μου το πρότειναν, την ίδια περίοδο και σε χρόνο ανύποπτο, δυο άνθρωποι που εκτιμώ και εμπιστεύομαι. Είπα να αφεθώ να το διαβάσω μιας και είχε καιρό να με συνεπάρει μια τέτοια παιδική ιστορία.

Στο εξώφυλλό του κάτω δεξιά, σα μικρή σημείωση γράφει «Σε καταλαβαίνω». Το προσπερνώ δίνοντας μια ευκαιρία στο κείμενο να με κερδίσει. Γιατί, για το «σε καταλαβαίνω», θα μπορούσα να γράφω για ώρες. Δεν πιστεύω πως στέκει ως έκφραση όταν μιλούμε για την απώλεια και το πένθος του άλλου. Ποιος καταλαβαίνει ποιον; Και με ποιον τρόπο; Ακόμα κι αν αυτός που πέθανε είναι και δικός μας αγαπημένος, ακόμα κι αν κι εμείς χάσαμε έναν δικό μας άλλον τώρα ή όταν ήμαστε παιδιά, δεν το λες… Δεν ισχύει. Θα το άλλαζα με τη φράση «Σε βλέπω». Γιατί όταν βλέπεις τον άλλο, πάει να πει πως τον σέβεσαι, κοντοστέκεσαι στην εμπειρία και τον πόνο του. Κι αυτό το βλέμμα, που είναι το δικό σου βλέμμα, είναι απαλλαγμένο από όποια εγωιστική απαίτηση κουβαλά το «Σε καταλαβαίνω». Καμιά προσωπική εμπειρία δεν μπορεί να κατανοηθεί από όποιον τρίτο. Πόσο δε η απώλεια και το πένθος, που είμαι βέβαιη πως μπορούν να νοηματοδοτηθούν καθαρά προσωπικά!

Και γιατί αναλώνω τόσο μελάνι (το πρωτότυπο του κειμένου που διαβάζετε το έχω γράψει με μελάνι σε χαρτί) για ένα βιβλίο που μου ‘κλώτσησε’ απ’ το εξώφυλλο ακόμα; Ο Νόλαν μετράει τ’ αστέρια, όχι γιατί εκεί βρίσκεται ο παππούς (ευτυχώς!), όπως θα ανέμενε κανείς. Ο Νόλαν μετράει τ’ αστέρια παρέα με τη γιαγιά αφιερώνοντας χρόνο να μοιραστούν τη λύπη τους. Μετράνε τ’ αστέρια μέχρι το ξημέρωμα. Χωρίς καμιά πίεση του χρόνου να γυρίσουν σπίτι. Κι η γιαγιά προστατεύει και τον εγγονό της και τον εαυτό της σκεπάζοντάς τους με μια κουβέρτα, καθώς μένουν εκεί έξω κι άλλο, κι άλλο… να μετράνε. Μοιράζομαι τούτο το βιβλίο μαζί σας γιατί ο παππούς της ιστορίας δε βρίσκεται στ’ αστέρια. Οι άνθρωποι δε γίνονται πετρώματα, ουράνια σώματα, όταν πεθαίνουν.

«Ο παππούς τώρα θα βλέπει τ’ αστέρια;» ρώτησε ο Νόλαν κοιτάζοντας ψηλά.

«Ο ουρανός ανήκει σε όλους!» είπε η γιαγιά.

«Και μεις θα καταφέρουμε να τα μετρήσουμε χωρίς τον παππού;»

«Θα προσπαθήσουμε…»

Αυτό! Λέξεις απλές σε μια σειρά που συγκινεί. Σε παίρνουν απ’ το χέρι και σε οδηγούν να δεις τον δικό σου εαυτό να μετράει ή να κοιτάει απλώς τ’ αστέρια, μιας κι «ο ουρανός ανήκει σε όλους», αναπολώντας τις στιγμές και τις θύμησες των στιγμών. Και κάπως έτσι νιώθεις πως το κείμενο σ’ έχει κερδίσει. Γιατί πια εσύ είσαι που μετράς αστέρια. Γυρνάς ψηλά κι αυτά είν’ εκεί. Και σκέφτεσαι πως ο κόσμος υπάρχει, ορατός και αόρατος, πάντα εκεί. Γιατί ανήκει σε όλους. Με κάποιον τρόπο που μπορεί να μην μπαίνει σε λέξεις. Υπάρχει, όπως συνεχίζει να υπάρχει ο έναστρος ουρανός. Όπως υπήρχε πριν από εμάς. Όπως υπάρχει με εμάς. Όπως θα υπάρχει χωρίς εμάς… Ένας κόσμος αέναος και ασύλληπτος.

Δύσκολο να μετράς αστέρια χωρίς την παρουσία, όπως την ήξερες. Μα οι απόντες είναι παρόντες με την απουσία τους. Και συνεχίζουν να μετράνε αστέρια μαζί με μας ή και χωρίς εμάς.

Όταν, λοιπόν, ένα βιβλίο παιδικό, σε δυο αράδες του και μόνο, σε οδηγεί σε εκτάσεις άλλες, δικές σου επεκτάσεις, προεκτάσεις και νοήματα, μήπως όντως, σε κάποιον βαθμό, «σε καταλαβαίνει»;

Κλείνω με μια τελευταία παρατήρηση, σπουδαίας σημασίας ωστόσο:

Ο παππούς έλειπε.

Είχε φύγει για ένα μακρινό ταξίδι.

Όταν τα βιβλία γράφονται για παιδιά, και μάλιστα παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας, είναι χρήσιμο – όσο κι αν δεν ακούγεται πολύ λογοτεχνικό – τα πράγματα να λέγονται με τ’ όνομά τους. Όταν ο παππούς πεθαίνει. Πεθαίνει. Δεν πάει ταξίδι. Τα παιδιά τείνουν να παίρνουν τις λέξεις -όπως και τη ζωή- κυριολεκτικά. Υπάρχει, λοιπόν, το ενδεχόμενο ένα βιβλίο που γράφτηκε για την απώλεια εξαιτίας του θανάτου ενός παππού, να διαβαστεί στα μικρότερα παιδιά και αυτά να μην καταλάβουν καν ότι μιλά για θάνατο. Όταν όμως θες να μιλήσεις για τον θάνατο, μιλάς γι’ αυτόν, κι όχι για το ταξίδι του. Γιατί τότε το παιδί, όπως και ο ήρωας της ιστορίας μας, θα αναρωτηθεί πώς γίνεται να φεύγουν οι άνθρωποι χωρίς να χαιρετήσουν:

«Δεν με χαιρέτησε», παραπονέθηκε ο Νόλαν.

«Δεν πρόλαβε…» είπε η γιαγιά και ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό της.

Όταν είναι δική τους επιλογή το όποιο ταξίδι και το ορίζουν οι ίδιοι «προλαβαίνουν» να χαιρετήσουν. Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό στο παιδί, καλό είναι να στεκομάστε λιγάκι στον πιο πάνω διάλογο και να βεβαιωνόμαστε πως το παιδί κατάλαβε πως πέθανε ο παππούς. Αν θέλουμε να μιλήσουμε για τον θάνατο. Αν δεν θέλουμε, υπάρχουν πολλά άλλα βιβλία που μιλούν για υπέροχα άλλα πράγματα.

Υ.Γ. Θα ήταν παράλειψη μεγάλη να μη γίνει έστω μια αναφορά στην εικονογράφηση του βιβλίου. Γραμμές λιτές και απέριττες, που αφήνουν νοήματα και συναισθήματα να ξεπηδήσουν αναπαριστώντας την απεραντοσύνη του τώρα και του πάντα μας.

Χαρακτηριστικά

Συγγραφή: Τζένη Κουτσοδημητροπούλου

Εικονογράφηση: Γιάννης Σκουλούδης

Εκδόσεις «Διόπτρα» (2022)

ISBN 978-960-653-889-6

Προτεινόμενες ηλικίες: 4+

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Πρόσφατα Σχόλια